παλαμάκια

παλαμάκια
τα
επανειλημμένα χτυπήματα τής μιας παλάμης πάνω στην άλλη ως ένδειξη επιδοκιμασίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πληθ. τής λ. παλαμ-άκι, υποκορ. τού παλάμη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • παλαμάκια — τα χειροκροτήματα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Μητσάκης, Γιώργος — (Κωνσταντινούπολη 1927 – Αθήνα 1993). Λαϊκός τραγουδοποιός. Εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα το 1935, ξεκίνησε να μαθαίνει μπουζούκι και από νεαρή ηλικία εργάστηκε σε λαϊκά πάλκα, αρχικά στη Θεσσαλονίκη και από το 1939 στην Αθήνα. Το πρώτο του τραγούδι… …   Dictionary of Greek

  • χειροκροτώ — και χειροκρατάω χειροκρότησα, χειροκροτήθηκα, χειροκροτημένος, χτυπώ παλαμάκια: Χειροκροτήθηκε πολύ ο ομιλητής …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • χτυπώ — και χτυπάω χτύπησα, χτυπήθηκα, χτυπημένος 1. κρούω κάτι για να βγάλει ήχο: Χτυπούν παλαμάκια. 2. βαρώ, δέρνω: Τον χτύπησε στο κεφάλι με την τσάντα. 3. σκοτώνω θήραμα με κυνηγετικό όπλο: Χτύπησε δύο λαγούς. 4. βγάζω ήχο: Χτυπάει η καμπάνα. 5. κάνω …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”